Στο Τρίτο Μέρος,
του
Ιστορικού Ταξιδιού της Μικρασιατικής Καταστροφής,
βλέπουμε
τους Υπέρογκους Τόκους των Δανείων από την Κοινότητα των Εθνών,
τις άθλιες
συνθήκες του Ελληνικού Πληθυσμού,
την διασπορά
των Προσφύγων και
την αλλαγή
στα Τοπωνύμια στις διάφορες περιοχές της Ελλάδος !
Τον Νοέμβριο
1922,
αρχίζει η
διάσκεψη της Λωζάνης, όπου μετά από 8 μήνες διαβουλεύσεων, μεταξύ Ελλάδος και
Τουρκίας, υπογράφηκε Συμφωνία, την οποία υπέγραψαν και χώρες που έλαβαν μέρος κατά
τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική
εκστρατεία, όπου συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης κατ’
εξαίρεση και της ΕΣΣΔ, ενώ δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη.
Στην αρχή
της επόμενης χρονιάς, 30 Ιανουαρίου 1923,
Επεγράφη Ελληνοτουρκική
Σύμβαση και Πρωτόκολλο «Ανταλλαγής Ελλήνων και Τούρκικων πληθυσμών», όπου όριζε
την υποχρεωτική ανταλλαγή Χριστιανών Τούρκων υπηκόων με τους Μουσουλμάνους
Ελληνικής Υπηκοότητας.
Έλληνες και
Τούρκοι υπήκοοι
δεν θα έχουν
το δικαίωμα επιστροφής στους τόπους που ζούσαν χωρίς την άδεια της τουρκικής
και της ελληνικής κυβέρνησης.
Η ανταλλαγή
έγινε με βάση του θρησκεύματος και γι΄ αυτό και δεν ανταλλάχθηκαν πολλοί
Έλληνες του Πόντου που είχαν εξισλαμιστεί
Εξαιρέθηκαν
οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης,
όπου χαρακτηρίστηκαν
μη ανταλλάξιμοι και ήταν περί τους 390.000 επί του συνολικού πληθυσμού της
Κωνσταντινούπολης του 1.000.000,
οι Έλληνες
της Ίμβρου και της Τενέδου, περί των 12.000 και
οι
μουσουλμάνοι της δυτικής Θράκης, περί των 100.000, όλοι εγκατεστημένοι εκεί
πριν την 30/10/1918.
Υποχρεωτική ήταν αυτή η ανταλλαγή των «αλλοεθνών» υπηκόων, αφού άμεση επιδίωξη όλων των εμπλεκομένων αποτελεί η εθνική ομοιογένεια.
Οι πρόσφυγες
που εγκαθίστανται στην Ελλάδα μετά το 1922 χωρίζονται σε δύο μεταναστευτικά
κύματα, το Πρώτο περιλαμβάνει αυτούς που εγκαταστάθηκαν αμέσως μετά τη
Μικρασιατική Καταστροφή και το δεύτερο εκείνους που αναγκάστηκαν να
φύγουν από
την Τουρκία, σύμφωνα με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών.
Πολυαριθμότερο
κύμα είναι το δεύτερο,
το οποίο κατέφθασε στην Αθήνα κάτω από τις χειρότερες συνθήκες, της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, του Βόλου, της Καβάλας και της Καλαμάτας !
Σε μια
Ελλάδα εξασθενημένη από δεκαετή συνεχών πολέμων που δεν είχε ποτέ πάνω από
5.000.000 κατοίκους,
η εισροή
αυτή προκάλεσε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της σύγχρονης ιστορίας της.
Ο πληθυσμός αυτός ανεξάρτητα από την ημερομηνία άφιξής του στη χώρα, παρέμεινε συγκεντρωμένος πλέον των δύο ετών στους προσωρινούς καταυλισμούς, περιμένοντας την κρατική αρωγή, δημιουργώντας Ανθρώπινη Εξαθλίωση, Κοινωνική Αναταραχή και Οικονομική Κρίση !
Η υποχρέωση
υποδοχής, περίθαλψης και ένταξης των προσφύγων
αναγκάζει την Ελληνική Κυβέρνηση να ζητήσει οικονομική βοήθεια, σε μορφή δανείου ύψους 10.000.000 λίρες Αγγλίας, από την Κοινότητα των Εθνών.
Ο διαρκής
εξωτερικός δανεισμός με δυσβάστακτους οικονομικά όρους και σκανδαλώδεις ρήτρες,
έχει ως αποτέλεσμα την πτώχευση του 1932.
Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν για την περίοδο αυτή,
κατά τα
πρώτα χρόνια απεβίωσε από τις διάφορές κακουχίες το 20% των προσφύγων,
ενώ
αντιστοιχούσε 1 γέννηση σε 3 θανάτους.
Δόθηκε προτεραιότητα στην αντιμετώπιση στοιχειωδών αναγκών,
η διατροφή
που αντιμετωπίστηκε με την οργάνωση συσσιτίων, παροχή τροφίμων, ειδών πρώτης
ανάγκης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.
Δεδομένης της κατάστασης,
της
υπερπροσφοράς εργασίας, των προσπαθειών του κεφαλαίου για εκμετάλλευση, των
συχνών επιτάξεων κατοικιών κλ..
οι πρόσφυγες
αντιμετωπίστηκαν εχθρικά από τους πληθυσμούς των αστικών και αγροτικών περιοχών
της χώρας.
Αντιθέτως, βρίσκονται μερίδα κατοίκων, εκκλησιών και
ιδιωτών,
οι οποίοι
πρόσφεραν ατομικά ή οργανωμένα με την
διενέργεια εράνων, πρόχειρων συσσιτίων, τη διανομή ψωμιού, την παροχή
ένδυσης & υπόδησης, φαρμάκων κλ..
Άλλο ένα
δάνειο εκείνης της εποχής που αξίζει να αναφέρουμε ήταν ,
Ονομαστικής
Αξίας 12.300.000 Στερλινών, όπου το καθαρό ποσόν που εισπράχθηκε ήταν 9.974.000
Στερλινών.
Οι όροι
καταβολής του ήταν με επιτόκιο 8,64%, ενώ
η Κυβέρνηση
το εγγυήθηκε παραχωρώντας Πρώτη Υποθήκη,
μια σειρά εσόδων που την είσπραξή τους ανέλαβε η Διεθνής Οικονομική Επιτροπή –
Δ.Ο.Ε. που εξακολουθούσε να υπάρχει από την πτώχευση του 1893.
Τα έσοδα
αυτά προέρχονταν από ορισμένα μονοπώλια,
αλάτι, σπίρτα,
παιγνιόχαρτα, αλλά και από
τον
τελωνειακό φόρο στα λιμάνια εισόδου – εξόδου
της χώρας,
πάνω στον
καπνό, τα γραμματόσημα και το οινόπνευμα.
Τα έσοδα αυτά
ανέρχονταν περίπου στα 1.300.000.000 δραχμές για ένα δάνειο που η εξυπηρέτησή
του και η ετήσια απόσβεσή του δεν απαιτούσαν τα 300.000.000 δραχμές.
Οι εγγυήσεις,
δηλαδή ανέρχονταν στο τετραπλάσιο από το αναγκαίο ποσόν,
πράγμα που
το δάνειο καλύφθηκε 20 φορές στο Λονδίνο και 5 φορές στη Νέα Υόρκη.
Παρ’ όλες
τις υπέρογκες εγγυήσεις,
το δάνειο
αυτό αποδείχθηκε ανεπαρκές για τις ανάγκες αποκατάστασης των προσφύγων. Από το
ποσό αυτό, το 11% ξοδεύτηκε για την αστική αποκατάσταση και
το υπόλοιπο
89% για τον αγροτικό εποικισμό, δηλαδή
την
κατασκευή και επισκευή σπιτιών και έργων υποδομής και οδοποιίας, την
αγορά
προμηθειών και την κάλυψη διοικητικών εξόδων.
Το 2ο Διεθνές δάνειο,
γνωστό και
ως δάνειο της «σταθεροποίησης», του οποίου η καθαρή αξία ανήλθε
στο ποσό των
6.424.000 στερλινών, είχε ευνοϊκότερους όρους και
χρησιμοποιήθηκε
για την αποκατάσταση των προσφύγων, την ρευστοποίηση οφειλών του προϋπολογισμού
και την σταθεροποίηση του νομίσματος, ενώ
το πλεόνασμα
των εσόδων είχε εκτιμηθεί στο δεκαπλάσιο από το απαιτούμενο.
Να
σημειωθεί, ότι προστέθηκαν και δάνεια
από
ιδιωτικούς φορείς, ελληνικούς και μη, όπως το δάνειο για την κατασκευή της
υποδομής του συνοικισμού της Ν. Σμύρνης, για την κατασκευή σπιτιών,
νοσοκομείων,
ορφανοτροφείων,
την κατασκευή του φράγματος του Μαραθώνα και του δικτύου ύδρευσης της Αθήνας.
Οι πόλεις
δέχονταν έναν μεγάλο αριθμό προσφύγων,
γεγονός που
προκάλεσε πολεοδομική έκρηξη σε ορισμένα
αστικά κέντρα.
Τα Δημοτικά
Θέατρα Αθηνών και Πειραιά φιλοξενούσαν στα θεωρία τους Προσφυγικές Οικογένειες,
καθώς και άλλα κτίρια προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες..
Το Ελληνικό
Κράτους, προκειμένου να αντιμετωπίσει την προσφυγική εισροή,
ήταν η ψήφιση
νομοθετικών μέτρων.
Η οικοδόμηση
των συνοικισμών που δημιουργήθηκαν, έγινε
από το κράτος,
με αυτοστέγαση και με αυθαίρετη δόμηση.
Το κράτος
έχτιζε το ίδιο κατοικίες, ή βελτίωνε παλαιότερες, ή τεμάχιζε το χώρο με ένα
υποτυπώδες σχέδιο οικοδομήσιμων τεμαχίων, που διέθετε στους πρόσφυγες δια
κλήρου.
Η
αυτοστέγαση απάλλαξε το κράτος από την ευθύνη στέγασης των προσφύγων μιας και
τους παραχωρούσε μόνο τα οικόπεδα μαζί με μία άδεια οικοδομής, την τεχνική
επίβλεψη καθώς και μία μικρή οικονομική ενίσχυση.
Ο τελευταίος
τρόπος οικοδόμησης ήταν και ο περισσότερο αποτελεσματικός, από την στιγμή που
ήταν ανέξοδο το στεγαστικό πρόβλημα,
εκτονώνοντας
με αυτόν τον τρόπο, τον κοινωνικό και πολιτικό αναβρασμό λόγω της έλλειψης
στέγης.
Τα πρώτα παραπήγματα
τοποθετήθηκαν σε εκτάσεις που ανήκαν στο δημόσιο, ή
προέρχονταν
από απαλλοτριώσεις, όπως στον Ταύρο και στον Βύρωνα.
Αξιοσημείωτο
είναι πάντως το γεγονός, ότι
τα 3/4 του συνόλου των κατοικιών βρίσκονταν στην Αθήνα και Πειραιά και για αυτές ενδιαφέρθηκε κυρίως η Ελληνική Κυβέρνηση.
Χορηγούνταν οικόπεδα με ή χωρίς δάνειο
για την ανέγερση
κατοικιών ενώ ταυτόχρονα παραχώρησε 3.500 οικόπεδα και δάνεια σε
320 προσφυγικούς
συνεταιρισμούς.
Με τον τρόπο
αυτό στεγάστηκαν περί τις 36.500 οικογένειες, ενώ άλλες τόσες σε αυθαίρετες
κατοικίες, στους οικισμούς της Νέας Σμύρνης, την Νέα Φιλαδέλφεια, την Νέα Καλλίπολη,
το Αιγάλεω, την Νέα Ερυθραία, το Δουργούτι, το Πολύγωνο, ο Ποδονύφτης, η
Πικροδάφνη, τα Νέα Σφαγεία - Ταύρος, ο
Ασύρματος, η
Καισαριανή, η Δραπετσώνα, η Κοκκινιά.
Ορισμένα από
αυτά,
θα νομιμοποιηθούν τμηματικά τα περισσότερα, ενώ άλλα συνέχισαν να διεκδικούνται από το κράτος ή τους ιδιώτες μέχρι την δεκαετία του ΄70, όπου αποζημιώθηκαν.
Παρ’ ότι
πολλοί από τους Πρόσφυγες,
έμειναν στα
Ακριτικά Νησιά, την Θράκη και Θεσσαλονίκη, ωστόσο ο σημαντικότερος αριθμός του
πληθυσμού των προσφύγων απορρίφθηκε από τα προάστια της Αττικής !
Έτσι παρατηρούμε την αλλαγή σε Τοπωνύμια,
όταν οι
πρόσφυγες σε ένα καταυλισμό είχαν κοινή προέλευση επιθυμούσαν να ονομάσουν την
Νέα τους Πατρίδα με το όνομα της Παλαιάς τους Πατρίδας !
Ονόματα
Προαστίων να έχουν το συνθετικό «Νέα» μπροστά στο Τοπωνύμιο, ή Κεντρικών Οδών,
οι ονομασίες, να μας παραπέμπουν σε Μικρασιάτικες τοποθεσίες, ή Προσωπικοτήτων
που έπαιξαν ρόλο κατά την Μικρασιατική καταστροφή !
Αυτό μας
φέρνει στο μυαλό τη γνώμη των Αρχαίων, ότι
η Πόλη δεν
είναι τα Τείχη και τα Κτίρια, ούτε οι Δρόμοι, αλλά
οι Ψυχές και
το Φρόνημα των Ανθρώπων που την αποτελούν και κατοικούν σ’ αυτήν !!!
✎ o Αντώνης Λουκόπουλος
Μικρασιατική Καταστροφή 1ο Μέρος
Μικρασιατική Καταστροφή 2ο Μέρος