Αλήθεια ποια
χώρα τηρεί την πλέον σκληρή στάση έναντι της Ελλάδας καθ’ όλη την διάρκεια των
διαπραγματεύσεων για το Ελληνικό Δημόσιο Χρέος ;
Ποια είναι η
δανείστρια χώρα, η οποία με ύφος δασκάλου προς μαθητή ή καθηγητή προς φοιτητή
του 18 αιώνα, αναφέρεται στον Έλληνα Πρωθυπουργό λοιδορώντας την θέση του για
πολιτική διαπραγμάτευση των μνημονιακών και δανειακών υποχρεώσεων της χώρας και
με σχεδόν σαδιστική διάθεση και αυτάρεσκα προβάλλει την αρχή του… pacta sunt
servanda / οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται ;
Ποια είναι η
χώρα που αιματοκύλησε την Ευρώπη δύο φορές και είναι υπαίτια της οικονομικής
καταστροφής, όπως και του συνόλου σχεδόν των υποδομών, της Ηπείρου - δύο φορές ;
; ;
Ποια είναι η
χώρα που κατά την διάρκεια της στρατιωτικής κατοχής της Ελλάδας, μετά από
στρατιωτική εισβολή, σχεδόν το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, αντιμετώπισε,
μεταξύ μυρίων άλλων κακών, γενικευμένο λοιμό ;
Και τι
συνέβη στις 27 Φεβρουαρίου 1953 πριν 64 δηλαδή χρόνια κατά την συνομολόγηση της
Συνθήκης του Λονδίνου για τις (χρηματικές) Γερμανικές Οφειλές ;
Προφανώς ομιλούμε για την (ενιαία πλέον) Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Αναλύει στο άρθρο αυτό και δίνει απαντήσεις ο Διονύσης Παντής, ως Νομικός και σχετικός με την Διεθνή
Πολιτική και Οικονομική Σκακιέρα.
Την 27η Φεβρουαρίου 1953 μεταξύ των, από την μία
πλευρά το Βέλγιο, Καναδάς, Κεϋλάνη, Δανία, Γαλλία, Ελλάδα, Ιράν, Ιρλανδία,
Ιταλία, Λιχτεστάϊν, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Πακιστάν, Ισπανία, Σουηδία,
Ελβετία, Νοτιοαφρικανική Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο, Η.Π.Α. κ΄ Γιουγκοσλαβίας και
από την άλλη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (τότε Δυτικής
Γερμανίας) συνομολογήθηκε η Συνθήκη του Λονδίνου για τις Γερμανικές Εξωτερικές
(Χρηματικές) Οφειλές.
Η συμφωνία
αυτή κατέστη δυνατή εξαιτίας της βούλησης των 20 κρατών που παρέστησαν από την
μία πλευρά, έναντι της Γερμανικής πλευράς από την άλλη, που σκοπό είχε να
απομακρύνει τα εμπόδια που υπήρχαν και την αποκατάσταση κανονικών οικονομικών
σχέσεων.
Η Γερμανία
επί είκοσι περίπου έτη αθετούσε συστηματικά τις συμβατικές της υποχρεώσεις,
απέναντι στους διεθνείς της δανειστές.
Μεταξύ δε
του 1939 και 1945, την περίοδο δηλαδή του πολέμου, δεν πραγματοποίησε σχεδόν
καθόλου πληρωμές του εξωτερικού της χρέους.
Από τις 8
Μαρτίου του 1945, οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής στον Δυτικό Κόσμο Η.Π.Α.
Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο και ιδιαίτερα οι Η.Π.Α., χορήγησαν γενναία
οικονομική βοήθεια στην κατεστραμμένη τότε από τον Μεγάλο Πόλεμο Γερμανία,
προκειμένου η χώρα να ανακάμψει οικονομικά.
Θεμέλιο
αυτής της συμφωνίας υπήρξε η ανταλλαγή επιστολών μεταξύ των τότε Μεγάλων
Δυνάμεων Αγγλίας, Η.Π.Α. και Γαλλίας στις 6 Μαρτίου 1951.
Οι Μεγάλες
Δυνάμεις επίσης, ίδρυσαν την Τριμερή Επιτροπή (Αγγλία, Η.Π.Α. και Γαλλία) για
τις Γερμανικές Χρηματικές Οφειλές, με σκοπό την σύνταξη ενός ορθολογικά
δομημένου σχεδίου για την επαναφορά στην κανονικότητα των Γερμανικών Χρηματικών
Οφειλών.
Δια της
ανωτέρω Επιτροπής, οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, διαμήνυσαν στην Γερμανία ότι
είναι προετοιμασμένες να προβούν σε σημαντικές παραχωρήσεις εκ των συμβατικών
τους δικαιωμάτων που εκπορεύονται εκ του Δημοσίου και Ιδιωτικού Διεθνούς
Δικαίου οι απαιτήσεις των συμβαλλομένων έναντι της ηττημένης στο πόλεμο και
χρεοκοπημένης αντισυμβαλλόμενης Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας
συμφωνήθηκε να διευθετηθούν:
1) Δίνοντας
προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση της μεταπολεμικά χορηγηθείσας βοήθειας έναντι
του συνόλου των υπόλοιπων (χρηματικών) απαιτήσεων των διεθνών χρεών της Ο.Δ.
Γερμανίας (ως η διάδοχος του κατειλημμένου Γερμανικού Γ΄ ΡΑΪΧ) και
2) Το
συνολικό χρέος και οι συνολικές οφειλές της Ο.Δ. Γερμανίας (ως διαδόχου του κατειλημμένου
Γ ΡΑΪΧ) προς κυβερνήσεις και ιδιώτες δανειστές και υπό τον όρο εν τοις πράγμασι
συνομολόγησης τελικής συμφωνίας (η οποία και τελικά συνομολογήθηκε) για τα
προπολεμικά χρέη της Ο.Δ. της Γερμανίας.
Η διευθέτηση
αυτή – κατά τις Μεγάλες Δυνάμεις – μπορούσε να είναι αποτελεσματική εάν
υιοθετούνταν ένα συνολικό σχέδιο που θα ελάμβανε υπόψη τα ειδικότερα συμφέροντα
καθενός δανειστή ξεχωριστά εντεταγμένου σε εξειδικευμένες και συγκεκριμένες
κατηγορίες ανάλογα με την φύση και αιτία των απαιτήσεων τους και την γενική
κατάσταση της οικονομίας της Ο.Δ. της Γερμανίας.
Για την
εξυπηρέτηση των ανωτέρω σκοπών έλαβε χώρα στο Λονδίνο από τις 28 Φεβρουαρίου
1952 έως και τις 8 Αυγούστου 1952 η Διεθνής Συνδιάσκεψη για τις Γερμανικές
Οφειλές.
Η
Συνδιάσκεψη αυτή κατέληξε σε συμπεράσματα, τα οποία και ενσωματώθηκαν στην
τελική Έκθεση της Συνδιάσκεψης για τις Γερμανικές Οφειλές και εν τέλει στο μέγα
αυτών μέρος συνομολογηθήσα Συμφωνία του Λονδίνου της 27ης Φεβρουαρίου 1953 για
τις γερμανικές (χρηματικές) οφειλές.
Ιδιαίτερη
μνεία στις ρυθμίσεις της συμφωνίας αυτής αξίζει σε αυτή την περιορισμένη εκ των
πραγμάτων αναφορά στα άρθρα 4, 5 και 25 αυτής.
Συγκεκριμένα
στο άρθρο τέσσερα της Συνθήκης περιγράφονται οι οφειλές οι οποίες
«διευθετήθηκαν» με την ανωτέρω συμφωνία.
Συγκεκριμένα
στο πλαίσιο εφαρμογής της εμπίπτουν κατ’ αρχήν:
1. Οι μη
συμβατικές υποχρεώσεις της ΟΔΓ το ποσό των οποίων είχε οριστικοποιηθεί και
οφείλονταν πριν τις 8 Μαΐου 1945.
2.
Χρηματικές υποχρεώσεις με αιτία δανειακή ή πιστωτική σύμβαση συνομολογηθήσα
πριν τις 8 Μαΐου 1945.
3.
Χρηματικές υποχρεώσεις όχι δανειακές ή πιστωτικές υπό τους όρους ότι
Α)
οφείλονται στην Κυβέρνηση ενός κράτους δανειστή της Συνθήκης,
Β) οφείλονται σε
πολίτη η νομικό πρόσωπο Κυβέρνησης κράτους μέλους της σύμβασης είτε πρόσωπο
(φυσικό ή νομικό), που έχει την διαμονή του και όπου αίτηση για διευθέτηση ή
πρόταση έχει ήδη γίνει από τον δανειστή υπό τις ρυθμίσεις της Συνθήκης ή των
Παραρτημάτων αυτής ή
Γ) προέρχεται από αξιόγραφα πληρωτέα σε μία χώρα δανειστή
(μέλους της Συνθήκης).
Στο δε άρθρο
5 της Συνθήκης αναφέρονται οι εξαιρούμενες από το πεδίο εφαρμογής της Συνθήκης
αξιώσεις.
Αυτές οι
εξαιρέσεις εκ των οποίων οι δύο πρώτες αφορούν περισσότερο την Ελλάδα:
1. Κρατικές
αξιώσεις εναντίον της Γερμανίας από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αξιώσεις για τις
οποίες επιφυλάσσεται η τελική και γενική διευθέτηση του ζητήματος (διευθέτηση
που ακόμη εκκρεμή).
2.
Απαιτήσεις του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου από χώρες που ή ήταν σε εμπόλεμη
κατάσταση με την Γερμανία (το Γερμανικό Γ’ Ραϊχ τότε) ή υπό Γερμανική κατοχή
κατά τον πόλεμο καθώς επίσης και από πολίτες των χωρών αυτών εναντίον του Γ΄
ΡΑΙΧ και υπηρεσίες του ΡΑΪΧ συμπεριλαμβανομένου του κόστους της Γερμανικής
κατοχής, σε αλληλόχρεους λογαριασμούς και απαιτήσεις εναντίον της
Reichskreditkassen οι οποίες θα εκκρεμούν μέχρι και την οριστική διευθέτηση του
ζητήματος των επανορθώσεων.
Επίσης και
τρεις ακόμη κατηγορίες εξαιρέσεων (συνολικά δηλαδή περιλαμβάνονται πέντε
κατηγορίες εξαιρέσεων) που αναφέρονται σε αξιώσεις χωρών που δεν βρέθηκαν σε
πόλεμο με την Γερμανία, όπως επίσης και αξιώσεις Γερμανών Πολιτών από χώρες οι
οποίες πριν την 1η Σεπτεμβρίου 1939 ενσωματώθηκαν στην Γερμανία ή μετά την 1η
Σεπτεμβρίου 1939 συμμάχησαν με την Γερμανία. Τέλος χρέη της πόλης του
Βερολίνου.
Στο άρθρο 25
της Συνθήκης αναφέρεται το εύρος της αναθεώρησης της Συνθήκης μετά την
επανένωση των δύο τότε Γερμανιών.
Συγκεκριμένα
στο άρθρο αυτό αναφέρεται ότι (εννοείται εν σχέση με τις χρηματικές απαιτήσεις
που περιοριστικά αυτή ρυθμίζει) η Συνθήκη θα αναθεωρηθεί σε περίπτωση
επανένωσης της Γερμανίας αποκλειστικά για τους αναφερόμενους στο άρθρο αυτό
λόγους και σκοπούς:
1. Εφαρμογή
των ρυθμίσεων των Παραρτημάτων της Συμφωνίας σχετικά με προσαρμογές που πρέπει να
γίνουν σε σχέση με συγκεκριμένες σε αυτά (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ) οφειλές.
2. Ρυθμίσεις
της Συνθήκης για οφειλές προσώπων που κατοικούν στην περιοχή που θα ενσωματωθεί
με την ΟΔ Γερμανία (δηλαδή στις περιοχές της πρώην Ανατολικής Γερμανίας) και
3.
Ισοδύναμες προσαρμογές σχετικά με χρέη της διευθέτησης που γίνεται στην Συνθήκη
στα οποία έχει ληφθεί υπόψη η απώλεια ή η αδυναμία της χρήσης περιουσιακών
στοιχείων που βρίσκονται στην Ανατολική Γερμανία.
Είναι δε
χαρακτηριστικό ότι στα πλαίσια της Συνθήκης του Λονδίνου, η οποία περιλαμβάνει
38 άρθρα και εννέα ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ επήλθε μία μεσοσταθμική μείωση της τάξεως του
66% των διευθετημένων σε αυτήν χρηματικών οφειλών.
Τα συμπεράσματα δικά σας !